Η νομική αρωγή είναι η οικονομική ή δικαστική στήριξη που παρέχεται σε υπόπτους ή κατηγορουμένους οι οποίοι δεν διαθέτουν τους οικονομικούς πόρους για να καλύψουν τα δικαστικά έξοδα.
Σήμερα, οι νέοι κανόνες για τη νομική αρωγή που πρότεινε η Επιτροπή το 2013 ξεπέρασαν και το τελευταίο εμπόδιο. Το Συμβούλιο ενέκρινε την οδηγία για τη νομική αρωγή σε υπόπτους ή κατηγορουμένους στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών και διαδικασιών εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Η νομική αρωγή είναι η οικονομική ή δικαστική στήριξη που παρέχεται σε υπόπτους ή κατηγορουμένους οι οποίοι δεν διαθέτουν τους οικονομικούς πόρους για να καλύψουν τα δικαστικά έξοδα. Οι νέοι κανόνες θα διασφαλίσουν ότι το δικαίωμα στη νομική αρωγή ασκείται και προσφέρεται με ενιαίο τρόπο σε ολόκληρη την ΕΕ. Οι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα νομικής αρωγής από τα πρώτα στάδια της ποινικής διαδικασίας και η αρωγή αυτή θα χορηγείται βάσει σαφών κριτηρίων που ορίζονται στην οδηγία.
Ο Φρανς Τίμερμανς, πρώτος Αντιπρόεδρος αρμόδιος για το Κράτος Δικαίου και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, δήλωσε: «Όσοι διώκονται ποινικά δικαιούνται νομική προστασία και δικηγόρο του οποίου να μπορούν να καταβάλουν την αμοιβή. Αυτό σημαίνει κράτος δικαίου. Σήμερα θεσπίσαμε κανόνες που θα το διασφαλίζουν σε ολόκληρη την Ένωση.»
Η Επίτροπος της ΕΕ, αρμόδια για θέματα Δικαιοσύνης, Καταναλωτών και Ισότητας των Φύλων, κ. Βιέρα Γιούροβα, δήλωσε: «Η νομική αρωγή αποτελεί ουσιώδες στοιχείο για την εξασφάλιση της πρόσβασης σ’ ένα δίκαιο σύστημα απονομής δικαιοσύνης το οποίο μεριμνά για όλους, ακόμη και τους πιο φτωχούς. Τα τελευταία έτη ενισχύσαμε τα δικονομικά δικαιώματα: για οποιονδήποτε είναι ύποπτος ή κατηγορούμενος στην Ευρώπη θα υπάρχει εγγύηση για μια δίκαιη δίκη. Όμως, τι νόημα έχει να δικαιούνται οι πολίτες πρόσβαση σε δικηγόρο αν δεν μπορούν να καλύψουν τα έξοδα; Για τον λόγο αυτό, η σημερινή απόφαση είναι ζωτικής σημασίας για τον ευρωπαϊκό χώρο δικαιοσύνης και θεμελιωδών δικαιωμάτων.»
Η νέα οδηγία προβλέπει τις ακόλουθες εγγυήσεις:
Η νομική αρωγή θα χορηγείται το αργότερο πριν από την ανάκριση, ιδίως της αστυνομίας, ή πριν από ορισμένες ανακριτικές πράξεις ή πράξεις συλλογής αποδεικτικών στοιχείων, όπως ορίζεται στην οδηγία.
Τα κράτη μέλη πραγματοποιούν διαφορετικούς ελέγχους για να προσδιορίσουν αν θα χορηγήσουν νομική αρωγή: έλεγχο επάρκειας πόρων (σχετικά με το εισόδημα και την περιουσία του ενδιαφερόμενου προσώπου), έλεγχο βασιμότητας της αίτησης (σχετικά με την αναγκαιότητα εξασφάλισης αποτελεσματικής πρόσβασης στη δικαιοσύνη υπό τις συνθήκες της υπόθεσης) ή αμφότερους τους ελέγχους. Οι νέοι κανόνες καθορίζουν σαφή κριτήρια για την καθιέρωση των ελέγχων αυτών:
– Αν ένα κράτος μέλος εφαρμόζει έλεγχο επάρκειας πόρων, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς και αντικειμενικούς παράγοντες, όπως είναι το εισόδημα, η περιουσία και η οικογενειακή κατάσταση του ενδιαφερομένου, το κόστος της νομικής αρωγής και το βιοτικό επίπεδο στο εν λόγω κράτος μέλος. Τα κριτήρια αυτά θα βοηθήσουν τις αρμόδιες αρχές να διαπιστώνουν κατά πόσον οι ύποπτοι ή οι κατηγορούμενοι στερούνται επαρκείς πόρους για να ανταπεξέλθουν οικονομικά στο κόστος της νομικής βοήθειας.
– Αν ένα κράτος μέλος εφαρμόζει έλεγχο βασιμότητας της αίτησης, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη σοβαρότητα του αδικήματος, την περιπλοκότητα της υπόθεσης και τη βαρύτητα της επαπειλούμενης ποινής, προκειμένου να διαπιστώνει κατά πόσο η παροχή νομικής αρωγής απαιτείται προς το συμφέρον της απονομής δικαιοσύνης.
Το δικαίωμα νομικής αρωγής θα υπάρχει και στις περιπτώσεις εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Το δικαίωμα αυτό θα παρέχεται τόσο στο κράτος μέλος το οποίο εκτελεί το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης όσο και – στις ποινικές υποθέσεις – στο κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκε το ένταλμα.
Η οδηγία διασφαλίζει ότι οι αποφάσεις σχετικά με τη νομική αρωγή λαμβάνονται επιμελώς και ότι οι ενδιαφερόμενοι ενημερώνονται γραπτώς όταν η αίτησή τους απορρίπτεται εν όλω ή εν μέρει. Καθορίζει κανόνες σχετικά με την ποιότητα της νομικής αρωγής και την κατάρτιση του προσωπικού που εμπλέκεται στη διαδικασία λήψης της απόφασης, συμπεριλαμβανομένων των δικηγόρων. Στην περίπτωση παραβίασης των δικαιωμάτων που θεσπίζει η εν λόγω οδηγία, πρέπει να προβλέπονται αποτελεσματικά μέσα έννομης προστασίας.
Επόμενα βήματα
Τα κράτη μέλη οφείλουν να μεταφέρουν την οδηγία εντός 30 μηνών από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα δικαιώματα αυτά θα ισχύουν από τον Μάιο του 2019.
Περισσότερα εδώ.