1. Ποια είναι η νέα στρατηγική για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030;
Η νέα στρατηγική για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 είναι ένα ολοκληρωμένο, συστημικό και φιλόδοξο μακροπρόθεσμο σχέδιο για την προστασία της φύσης και την αναστροφή της υποβάθμισης των οικοσυστημάτων. Αποτελεί βασικό πυλώνα της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της ηγετικής θέσης της ΕΕ όσον αφορά τη διεθνή δράση για τα παγκόσμια δημόσια αγαθά και τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης.
Η στρατηγική καθορίζει νέους τρόπους για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας, νέες δεσμεύσεις, μέτρα, στόχους και μηχανισμούς διακυβέρνησης, με στόχο η βιοποικιλότητα της Ευρώπης να ανακάμψει έως το 2030. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται:
2. Γιατί είναι σημαντική η βιοποικιλότητα;
Η βιοποικιλότητα —η ποικιλία της ζωής στη Γη, συμπεριλαμβανομένων των φυτών, των ζώων, των μυκήτων, των μικροοργανισμών, καθώς και των οικοτόπων στους οποίους ζουν— και τα οικοσυστήματα που σχηματίζουν τα ζωντανά είδη, μας παρέχουν τρόφιμα, υλικά, φάρμακα, αναψυχή, υγεία και ευεξία. Καθαρίζουν το νερό, επικονιάζουν τις καλλιέργειες, καθαρίζουν τον αέρα, απορροφούν τεράστιες ποσότητες άνθρακα, ρυθμίζουν το κλίμα, διατηρούν τα εδάφη γόνιμα, μας παρέχουν φάρμακα και προσφέρουν πολλά από τα βασικά δομικά στοιχεία για τη βιομηχανία.
Τα κατεστραμμένα οικοσυστήματα είναι πιο ευάλωτα και έχουν περιορισμένη ικανότητα αντιμετώπισης ακραίων φαινομένων και νέων ασθενειών. Αντίθετα, τα οικοσυστήματα που χαρακτηρίζονται από καλή ισορροπία μάς προστατεύουν από απρόβλεπτες καταστροφές και, όταν τα χρησιμοποιούμε με βιώσιμο τρόπο, προσφέρουν πολλές από τις βέλτιστες λύσεις για την αντιμετώπιση των επειγουσών προκλήσεων.
Η απώλεια της βιοποικιλότητας είναι:
3. Με ποιον τρόπο θα ενισχύσει η εφαρμογή της στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα την ανάκαμψη της Ευρώπης μετά την κρίση του κορονοϊού;
Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, συμπεριλαμβανομένης της παρούσας στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα, αποτελεί την αναπτυξιακή στρατηγική της Ευρώπης και θα συμβάλει στην ανάκαμψη από την κρίση. Θα αποφέρει οικονομικά οφέλη και θα συμβάλει στην ενίσχυση της ανθεκτικότητάς μας σε μελλοντικές κρίσεις. Και οι τρεις βασικοί οικονομικοί τομείς —γεωργία, κατασκευές, και τρόφιμα και ποτά— εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη φύση και παράγουν περισσότερα από 7 τρισ. ευρώ. Τα οφέλη του δικτύου Natura 2000 της ΕΕ για την προστασία της φύσης εκτιμώνται σε 200 έως 300 δισ. ευρώ ετησίως.
Επένδυση στη φύση σημαίνει επίσης επένδυση σε τοπικές θέσεις απασχόλησης και επιχειρηματικές ευκαιρίες, όπως η αποκατάσταση της φύσης και η βιολογική γεωργία, καθώς και σε πράσινες και γαλάζιες υποδομές. Οι επενδυτικές ανάγκες του δικτύου Natura 2000 για την προστασία της φύσης αναμένεται να στηρίξουν έως και 500 000 πρόσθετες θέσεις εργασίας. Η βιολογική γεωργία παρέχει 10-20 % περισσότερες θέσεις εργασίας ανά εκτάριο απ’ ό, τι οι συμβατικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Ο οικολογικός προσανατολισμός των πόλεων προσφέρει πολλές καινοτόμες ευκαιρίες απασχόλησης· από σχεδιαστές και πολεοδόμους μέχρι γεωργούς αστικών περιοχών και βοτανολόγους.
Αντιστρόφως, εάν εξακολουθήσουμε τη συνήθη πορεία της καταστροφής των οικοσυστημάτων, η συνεχιζόμενη υποβάθμιση του φυσικού μας κεφαλαίου θα περιορίσει σημαντικά τις επιχειρηματικές ευκαιρίες και το δυναμικό κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης. Το οικονομικό και κοινωνικό κόστος της αδράνειας σε περιβαλλοντικά και κλιματικά ζητήματα θα ήταν τεράστιο, οδηγώντας σε συχνά έντονα καιρικά φαινόμενα και φυσικές καταστροφές, καθώς και στη μείωση του μέσου ΑΕΠ της ΕΕ έως και κατά 2 %, και ακόμη περισσότερο σε ορισμένα μέρη της ΕΕ.* Από το 1997 έως το 2011, χάθηκαν παγκοσμίως περίπου 3,5-18,5 τρισ. ευρώ σε υπηρεσίες οικοσυστήματος λόγω της μεταβολής της εδαφοκάλυψης, ενώ εκτιμάται ότι ετησίως χάνονται 5,5-10,5 τρισ. ευρώ λόγω της υποβάθμισης του εδάφους. Η απώλεια της βιοποικιλότητας έχει επίσης ως αποτέλεσμα τη μείωση της απόδοσης των καλλιεργειών και των αλιευμάτων και την απώλεια δυνητικών νέων πηγών φαρμάκων.
4. Πόσο σοβαρό είναι το πρόβλημα της απώλειας της βιοποικιλότητας;
Τα τελευταία 40 έτη ο παγκόσμιος πληθυσμός των άγριων ειδών μειώθηκε κατά 60 % εξαιτίας μη βιώσιμων ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Περίπου 1 εκατομμύριο είδη διατρέχουν τον κίνδυνο εξαφάνισης εντός κάποιων δεκαετιών. Οι κύριοι παράγοντες αυτής της απώλειας είναι η μετατροπή φυσικών οικοτόπων σε γεωργικές εκτάσεις και η επέκταση των αστικών περιοχών. Άλλες αιτίες είναι η υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων (όπως η υπεραλίευση και οι καταστρεπτικές γεωργικές πρακτικές), η κλιματική αλλαγή, η ρύπανση και τα χωροκατακτητικά ξένα είδη.
5. Υπάρχει σύνδεση μεταξύ της απώλειας της βιοποικιλότητας και της εξάπλωσης νόσων;
Καθίσταται σαφές ότι η ανθεκτικότητα της κοινωνίας μας στους κινδύνους εκδήλωσης ζωονόσων με πιθανότητα πανδημίας εξασθενεί λόγω δημογραφικών και οικονομικών παραγόντων. Οι παράγοντες αυτοί ασκούν πίεση στα οικοσυστήματα, οδηγώντας σε μη βιώσιμη εκμετάλλευση της φύσης, συμπεριλαμβανομένης της αποψίλωσης των δασών και του παράνομου ή ανεπαρκώς ρυθμιζόμενου εμπορίου άγριων ειδών.
Εάν επιθυμούμε μια υγιή κοινωνία, χρειαζόμαστε υγιή οικοσυστήματα. Χρειαζόμαστε επαρκή χώρο για τα άγρια ζώα, και χρειάζεται να τα διαθέτουμε σε επαρκείς αριθμούς. Με τον τρόπο αυτό λειτουργούν ως ασπίδα κατά νόσων που δεν έχουν θέση στο ανθρώπινο είδος και συμβάλλουν στην πρόληψη της εκδήλωσης πανδημιών.
Το παγκόσμιο εμπόριο άγριων ειδών, καθώς και οι ανεπαρκώς ελεγχόμενες «υγρές» αγορές ζώων, στις οποίες πωλούνται ψάρια, κατοικίδια και άγρια ζώα, αποτελούν επίσης σημαντικό παράγοντα κινδύνου για τη διάδοση νόσων.
6. Με ποιον τρόπο η στρατηγική για τη βιοποικιλότητα στηρίζει τις προσπάθειες για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής;
Η απώλεια της βιοποικιλότητας και η κλιματική αλλαγή αλληλεξαρτώνται. Η κλιματική αλλαγή αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη αιτία απώλειας της βιοποικιλότητας και η απώλεια αυτή της βιοποικιλότητας έχει ταυτόχρονα αρνητικές επιπτώσεις στο κλίμα. Τα κατεστραμμένα οικοσυστήματα, αντί να αποθηκεύουν τον άνθρακα στο έδαφος και στη βιομάζα, τον ελευθερώνουν ξανά στην ατμόσφαιρα. Η αποψίλωση των δασών αυξάνει την ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, κάτι το οποίο μεταβάλλει το κλίμα και οδηγεί σε περαιτέρω απώλεια βιοποικιλότητας.
Λύσεις που βασίζονται στη φύση, όπως η προστασία της βιοποικιλότητας και η αποκατάσταση των οικοσυστημάτων, αποτελούν εξαιρετικό μέσο αντιμετώπισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και χρήσης των πόρων με πολύ αποδοτικό, από οικονομική άποψη, τρόπο. Η αποκατάσταση των δασών, των εδαφών και των υγροτόπων και η δημιουργία χώρων πρασίνου στις πόλεις είναι ουσιαστικής σημασίας για την επίτευξη του μετριασμού της κλιματικής αλλαγής που απαιτείται έως το 2030.
Το σχέδιο αποκατάστασης της φύσης, που αποτελεί βασικό στοιχείο της στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα, θα συμβάλει στην αναστροφή της παρακμής πολλών χερσαίων και θαλάσσιων ειδών και οικοτόπων και στην αποκατάστασή τους σε υγιή κατάσταση.
7. Πώς θα χρηματοδοτηθεί αυτή η μετασχηματιστική αλλαγή;
Η στρατηγική θα απαιτήσει σημαντικές επενδύσεις. Τουλάχιστον 20 δισ. ευρώ ετησίως θα πρέπει να αποδεσμευτούν ώστε να δαπανηθούν για τη φύση, ιδίως για την αποκατάσταση οικοσυστημάτων και για επενδύσεις στο δίκτυο Natura 2000, καθώς και στις πράσινες και γαλάζιες υποδομές σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Αυτό θα απαιτήσει κινητοποίηση της ιδιωτικής και της δημόσιας χρηματοδότησης σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο, μεταξύ άλλων μέσω μιας σειράς διαφορετικών προγραμμάτων στον επόμενο μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ. Επιπλέον, δεδομένου ότι η αποκατάσταση της φύσης θα συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη των στόχων για το κλίμα, σημαντικό ποσοστό του 25 % του προϋπολογισμού της ΕΕ που προορίζεται για τη δράση για το κλίμα θα επενδυθεί στη βιοποικιλότητα και σε λύσεις που βασίζονται στη φύση.
Στο πλαίσιο του InvestEU, θα συσταθεί ειδική πρωτοβουλία για το φυσικό κεφάλαιο και την κυκλική οικονομία, με στόχο την κινητοποίηση τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ κατά τα επόμενα 10 έτη, με βάση μεικτή χρηματοδότηση από τον δημόσιο/ιδιωτικό τομέα. Η φύση και η βιοποικιλότητα αποτελούν επίσης προτεραιότητα του επενδυτικού σχεδίου για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Για να διευκολυνθεί η αποδέσμευση των απαιτούμενων επενδύσεων, η ΕΕ πρέπει να παράσχει μακροπρόθεσμη ασφάλεια στους επενδυτές και να συμβάλει στην ενσωμάτωση της βιωσιμότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η ταξινομία της ΕΕ για τη βιώσιμη χρηματοδότηση θα συμβάλει στην καθοδήγηση των επενδύσεων προς την πράσινη ανάκαμψη και την υλοποίηση λύσεων που βασίζονται στη φύση.
8. Ποια θα είναι η θέση της ΕΕ στις διεθνείς διαπραγματεύσεις για το πλαίσιο για τη βιοποικιλότητα μετά το 2020;
Η νέα στρατηγική της Επιτροπής για τη βιοποικιλότητα περιγράφει τις δεσμεύσεις που θα μπορούσε να αναλάβει η ΕΕ στη διάσκεψη των μερών της σύμβασης για τη βιοποικιλότητα το 2021. Με τη στρατηγική αυτή, η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο να συμπεριλάβει η ΕΕ τα ακόλουθα στοιχεία:
9. Με ποιον τρόπο η στρατηγική αυτή θα μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε την παγκόσμια πρόκληση της βιοποικιλότητας;
Αν και η αντιμετώπιση της απώλειας βιοποικιλότητας στην Ευρώπη είναι απαραίτητη για τη βιώσιμη ανάπτυξη, τα περισσότερα μείζονα κέντρα βιοποικιλότητας βρίσκονται εκτός Ευρώπης.
Η ΕΕ δεσμεύεται να δώσει το παράδειγμα για την προστασία του περιβάλλοντος και τη βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων όχι μόνο εντός των συνόρων της, αλλά και εκτός αυτών. Επιπλέον, είναι αποφασισμένη να κεφαλαιοποιήσει τις διεθνείς εταιρικές σχέσεις για την προώθηση της ατζέντας για τη βιοποικιλότητα, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, όπως επίσης και να στηρίξει τη μετάβαση στις αναπτυσσόμενες χώρες. Η παρούσα στρατηγική καθορίζει ένα αποφασιστικό πολιτικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των μελλοντικών προκλήσεων.
Όσον αφορά την αναπτυξιακή συνεργασία, καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα εντείνουμε τη συνεργασία μας με τις χώρες-εταίρους και θα προσφέρουμε αυξημένη χρηματοδότηση για δράσεις φιλικές προς τη βιοποικιλότητα, καθώς και τη σταδιακή κατάργηση επιδοτήσεων που μπορεί να είναι επιβλαβείς για τη φύση. Στον τομέα του εμπορίου, η Επιτροπή θα εφαρμόσει μέτρα για να διασφαλίσει ότι οι εμπορικές πολιτικές της «δεν βλάπτουν» τη βιοποικιλότητα. Η ΕΕ προωθεί επίσης τον ρόλο των μη κρατικών φορέων και των αυτόχθονων πληθυσμών σε αυτή τη διαδικασία, ο οποίος είναι απαραίτητος για να διασφαλιστεί, αφενός, η συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων μερών και, αφετέρου, ότι η μετάβαση σε μια πιο βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία ωφελεί και τις πλέον ευάλωτες ομάδες.
10. Τι σημαίνει η στρατηγική για:
Η στρατηγική για τη βιοποικιλότητα, σε συνδυασμό με τη στρατηγική «Από το αγρόκτημα στο πιάτο», που δημοσιοποιείται ταυτόχρονα, περιλαμβάνει δεσμεύσεις για την αναστροφή της μείωσης των εντόμων επικονιαστών. Η Επιτροπή προτείνει ότι το 10 % των γεωργικών εκτάσεων θα πρέπει να αποτελείται από «χαρακτηριστικά τοπίου υψηλής ποικιλομορφίας», για παράδειγμα υπό τη μορφή φυτοφρακτών ή ζωνών λουλουδιών, και ότι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις του γεωργικού τομέα θα πρέπει να μειωθούν σημαντικά έως το 2030. Η πρόοδος προς την επίτευξη του στόχου θα τελεί υπό διαρκή επανεξέταση και προσαρμογή, εάν χρειαστεί, για τον μετριασμό των αδικαιολόγητων επιπτώσεων στη βιοποικιλότητα, την επισιτιστική ασφάλεια και την ανταγωνιστικότητα των γεωργών. Έως το 2030 το ένα τέταρτο των γεωργικών εκτάσεων θα πρέπει να τελούν υπό διαχείριση βιολογικής γεωργίας, ενώ ο κίνδυνος από τα φυτοφάρμακα και η χρήση τους θα πρέπει να μειωθούν κατά 50 %, όπως και η χρήση των πλέον επικίνδυνων φυτοφαρμάκων.
Προβλέπεται σημαντική ώθηση για την προστασία και την αποκατάσταση των δασών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των πρωτογενών και των παλαιών δασών. Περιλαμβάνεται επίσης στόχος για την επίτευξη 3 δισεκατομμυρίων πρόσθετων δέντρων στην ΕΕ έως το 2030, δηλαδή διπλασιασμός της τρέχουσας τάσης. Στόχος είναι να αυξηθεί η επιφάνεια δενδροκάλυψης στην ΕΕ, η ανθεκτικότητα των δασών και ο ρόλος τους στην αντιστροφή της απώλειας της βιοποικιλότητας, στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και στην προσαρμογή μας σε αυτήν.
Η στρατηγική καθορίζει δέσμευση για την αποκατάσταση υποβαθμισμένων εδαφών, την επικαιροποίηση της θεματικής στρατηγικής για το έδαφος της ΕΕ και την εκπλήρωση των δεσμεύσεων της ΕΕ και των διεθνών δεσμεύσεων για την ουδετερότητα ως προς την υποβάθμιση του εδάφους. Το σχέδιο δράσης μηδενικής ρύπανσης για τον ατμοσφαιρικό αέρα, τα ύδατα και το έδαφος, το οποίο θα εγκριθεί από την Επιτροπή το 2021, θα αφορά ειδικότερα την πρόληψη της ρύπανσης του εδάφους και την αποκατάσταση.
Η στρατηγική αποσκοπεί στην ενίσχυση της προστασίας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και στην αποκατάστασή τους σε «καλή περιβαλλοντική κατάσταση», μεταξύ άλλων μέσω της επέκτασης των προστατευόμενων περιοχών και της δημιουργίας αυστηρά προστατευόμενων περιοχών για την αποκατάσταση οικοτόπων και ιχθυαποθεμάτων. Υπογραμμίζει την ανάγκη για μια οικοσυστημική προσέγγιση για τη διαχείριση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στη θάλασσα. Αυτό σημαίνει την αντιμετώπιση της υπερεκμετάλλευσης των αλιευτικών αποθεμάτων στα επίπεδα της μέγιστης βιώσιμης απόδοσης ή κάτω από αυτά (δηλαδή σε επίπεδο που θα επιτρέψει ένα υγιές μέλλον για τη βιομάζα του αποθέματος ιχθύων)· την εξάλειψη των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων ή, τουλάχιστον, τη μείωσή τους σε μη επικίνδυνα επίπεδα, προκειμένου να προστατευθούν τα θαλάσσια θηλαστικά, οι χελώνες και τα πτηνά, ιδίως εκείνα που απειλούνται με εξαφάνιση ή βρίσκονται σε κακή κατάσταση· και την αντιμετώπιση πρακτικών που καταστρέφουν τον θαλάσσιο βυθό.
Η εφαρμογή και η επιβολή του νομικού πλαισίου της ΕΕ για τα ύδατα και τη φύση θα ενισχυθούν. Για τον σκοπό αυτό, τουλάχιστον 25 000 χλμ. ποταμών θα αποκατασταθούν σε κατάσταση ελεύθερης ροής μέσω της άρσης των φραγμών και της αποκατάστασης των πλημμυροπεδιάδων.
Η προώθηση των υγιών οικοσυστημάτων, των πράσινων υποδομών και των λύσεων που βασίζονται στη φύση θα πρέπει να ενσωματώνεται συστηματικά στον πολεοδομικό σχεδιασμό, καθώς και στον σχεδιασμό των κτιρίων, των δημόσιων χώρων και των υποδομών, σε συνεργασία με το Σύμφωνο των Δημάρχων για την ανάπτυξη κινήματος που στοχεύει σε δράσεις και στρατηγικές για τη φύση και τη βιοποικιλότητα στο πλαίσιο ενός νέου «συμφώνου οικολογικών πόλεων».
Η ρύπανση αποτελεί βασική αιτία απώλειας της βιοποικιλότητας. Η στρατηγική ζητεί την εξάλειψη της ρύπανσης από τις ροές αζώτου και φωσφόρου από τα λιπάσματα έως το 2030. Η χρήση λιπασμάτων θα πρέπει να μειωθεί τουλάχιστον κατά 20 % έως το 2030. Για να επιτευχθεί αυτό, η Επιτροπή θα υποβάλει σχέδιο δράσης μηδενικής ρύπανσης για τον ατμοσφαιρικό αέρα, τα ύδατα και το έδαφος το 2021, ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης για τη διαχείριση των θρεπτικών συστατικών το 2022 και στρατηγική της ΕΕ για τις χημικές ουσίες για τη βιωσιμότητα.
Στη στρατηγική διατυπώνεται δέσμευση για τον σημαντικό περιορισμό της εισαγωγής χωροκατακτητικών ξένων ειδών, με στόχο τη μείωση του αριθμού των ειδών του κόκκινου καταλόγου που απειλούνται από χωροκατακτητικά ξένα είδη κατά 50 %. Για να επιτευχθεί αυτό, προβλέπεται νέα ώθηση για την εφαρμογή του κανονισμού για τα χωροκατακτητικά ξένα είδη, με επίκεντρο την πρόληψη των νέων εισαγωγών και τη διαχείριση των εγκαταστημένων χωροκατακτητικών ξένων ειδών.
* https://ec.europa.eu/social/main.jsp?catId=738&langId=en&pubId=8219