Οι πρόσφατες κρίσεις, όπως η πανδημία COVID-19, κατέδειξαν τον τρόπο με τον οποίο τέτοια γεγονότα μπορούν να διαταράξουν την ενιαία αγορά, καθώς και τον βαθμό στον οποίο οι επιχειρήσεις και η ευρωπαϊκή οικονομία βασίζονται στην ομαλή λειτουργία της. Χάρη στην ευρωπαϊκή ενότητα και αλληλεγγύη, η ΕΕ μπόρεσε να αντιμετωπίσει αυτές τις κρίσεις και να αντεπεξέλθει επιτυχώς. Ωστόσο, οι κρίσεις αυτές τόνισαν και την ανάγκη για καλύτερη προετοιμασία της Ευρώπης έναντι πιθανών μελλοντικών κρίσεων, ιδίως αν συνυπολογιστούν οι συνεχιζόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και των συνακόλουθων φυσικών καταστροφών, καθώς και οι παγκόσμιες οικονομικές και γεωπολιτικές αστάθειες. Ειδικότερα, η προετοιμασία αυτή σημαίνει καλύτερη αντιμετώπιση των νέων εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία ή των ελλείψεων σε αγαθά και υπηρεσίες που είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση κρίσεων, ζητήματα τα οποία μπορούν να επηρεάσουν τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς. Για τον σκοπό αυτό, το SMEI προτείνει άρτια σχεδιασμένη εργαλειοθήκη που θα καθιστά εφικτή την ταχεία και αποτελεσματική απάντηση σε περίπτωση κρίσεων.
Διάφορες νομικές πράξεις της ΕΕ θεσπίζουν διατάξεις που αφορούν τη διαχείριση κρίσεων εν γένει, όπως για παράδειγμα ο μηχανισμός πολιτικής προστασίας της Ένωσης. Το SMEI, σε περίπτωση ενεργοποίησής του, θα εστιάζεται στην άρση των εμποδίων και στη διατήρηση της ελεύθερης κυκλοφορίας αγαθών, υπηρεσιών και προσώπων, καθώς και στη διασφάλιση της διαθεσιμότητας κρίσιμων προϊόντων στην ενιαία αγορά. Μ’ αυτόν τον τρόπο, θα συμπληρώνει άλλα ενωσιακά πλαίσια και πρόσφατα εκδοθείσες προτάσεις της Επιτροπής, που θεσπίζουν πιο στοχευμένα μέτρα για ορισμένες πτυχές της διαχείρισης κρίσεων ή που αφορούν συγκεκριμένους τομείς, όπως π.χ. η Αρχή Ετοιμότητας και Αντιμετώπισης Καταστάσεων Έκτακτης Υγειονομικής Ανάγκης (HERA), το σχέδιο έκτακτης ανάγκης για τη διασφάλιση του εφοδιασμού τροφίμων και της επισιτιστικής ασφάλειας και η ευρωπαϊκή πράξη για τα μικροκυκλώματα.
Στόχος του SMEI είναι η δημιουργία μιας ολοκληρωμένης αρχιτεκτονικής για την αντιμετώπιση κρίσεων, προσαρμοσμένης στα διάφορα επίπεδα επιπτώσεων στην ενιαία αγορά. Η αρχιτεκτονική αυτή θα διαρθρώνεται γύρω από τις ακόλουθες βασικές συνιστώσες:
Ο ρόλος της συμβουλευτικής ομάδας είναι να συμβουλεύει την Επιτροπή σχετικά με τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη ή την αντιμετώπιση των επιπτώσεων μιας απειλής διατάραξης ή μιας κρίσης στην ενιαία αγορά, εξασφαλίζοντας παράλληλα επαρκή συντονισμό. Ειδικότερα, η συμβουλευτική ομάδα θα επικουρεί την Επιτροπή όταν αξιολογεί την έκταση της απειλής ή της κρίσης και την ανάγκη ενεργοποίησης των λειτουργιών επαγρύπνησης ή έκτακτης ανάγκης για την ενιαία αγορά, αντίστοιχα. Θα αναλύει επίσης τις σχετικές πληροφορίες που συγκεντρώνουν τα κράτη μέλη ή η Επιτροπή ή που προέρχονται από οικονομικούς φορείς.
Η συμβουλευτική ομάδα προεδρεύεται από την Επιτροπή και απαρτίζεται από έναν εκπρόσωπο ανά κράτος μέλος. Εκπρόσωποι άλλων μέσων σχετικών με την αντιμετώπιση κρίσεων, όπως το συμβούλιο της HERA ή οι ολοκληρωμένες ρυθμίσεις για την πολιτική αντιμετώπιση κρίσεων (IPCR), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα κράτη του ΕΟΧ ή οι οικονομικοί φορείς και οι οργανώσεις ενδιαφερομένων, θα μπορούσαν να κληθούν να συμμετάσχουν ως παρατηρητές.
Υπό κανονικές συνθήκες, κατά τις οποίες κανένα αιφνίδιο γεγονός δεν είναι πιθανό να διαταράξει σοβαρά την ενιαία αγορά, οι δυνάμεις της αγοράς διασφαλίζουν τη λειτουργία των επιχειρήσεων και της ενιαίας αγοράς. Ωστόσο, το πλαίσιο του σχεδιασμού έκτακτης ανάγκης δίνει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να λαμβάνει ανά πάσα στιγμή διάφορα μέτρα με σκοπό την προετοιμασία έναντι πιθανών κρίσεων, χωρίς να απαιτείται ειδική ενεργοποίηση.
Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν τη δυνατότητα εκπόνησης πρωτοκόλλων αντιμετώπισης κρίσεων και την επικοινωνία σε καταστάσεις κρίσης, την παροχή κατάρτισης και προσομοιώσεων για τους αρμόδιους υπαλλήλους των κρατών μελών, καθώς και τη θέσπιση συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για τυχόν συμβάντα που θα μπορούσαν να διαταράξουν τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς και τα οποία θα πρέπει να αναφέρονται από τα κράτη μέλη.
Στο πλαίσιο του SMEI, η λειτουργία επαγρύπνησης μπορεί να ενεργοποιηθεί όταν υπάρχει απειλή σημαντικής διαταραχής στην παροχή αγαθών ή υπηρεσιών στρατηγικής σημασίας, η οποία μπορεί να κλιμακωθεί μετεξελισσόμενη σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την ενιαία αγορά.
Ένα από τα κύρια μέτρα που προβλέπονται στο πλαίσιο της λειτουργίας επαγρύπνησης είναι η παρακολούθηση από τα κράτη μέλη των αλυσίδων εφοδιασμού στρατηγικά σημαντικών αγαθών και υπηρεσιών. Επιπλέον, η πρόταση παρέχει ένα πλαίσιο για τη δημιουργία στρατηγικών αποθεμάτων σ’ αυτούς τους τομείς. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα προσδιορίζει πρώτα τα αγαθά για τα οποία ενδέχεται να είναι αναγκαία η δημιουργία αποθεμάτων. Μπορεί επίσης να ζητά από τα κράτη μέλη πληροφορίες σχετικά με τα δικά τους αποθέματα, να συντονίζει τις προσπάθειές τους, να ανταλλάσσει πληροφορίες και να καταρτίζει καταλόγους στόχων. Εάν αυτοί οι ενδεικτικοί στόχοι δεν επιτευχθούν, αλλά οι κρίσιμες περιστάσεις το απαιτούν, η Επιτροπή μπορεί επίσης να εκδώσει εκτελεστική πράξη με την οποία θα απαιτεί από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη να δημιουργήσουν αποθέματα. Τα αποθέματα των οικονομικών φορέων θα εξετάζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.
Η λειτουργία έκτακτης ανάγκης για την ενιαία αγορά μπορεί να ενεργοποιηθεί σε περίπτωση που μια κρίση έχει εκτεταμένες επιπτώσεις στην ενιαία αγορά οι οποίες διαταράσσουν σοβαρά την ελεύθερη κυκλοφορία στην εν λόγω αγορά ή τη λειτουργία των αλυσίδων εφοδιασμού που είναι απαραίτητες για τις κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες.
Η λειτουργία έκτακτης ανάγκης καθορίζει τις αρχές που πρέπει να τηρούνται από τα κράτη μέλη με σκοπό τη διευκόλυνση και, αν απαιτείται, την αποκατάσταση της ελεύθερης κυκλοφορίας, ενώ παράλληλα απαγορεύει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ειδικούς περιορισμούς στην ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών και υπηρεσιών που είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση κρίσεων, εκτός εάν πρόκειται για δικαιολογημένο μέτρο έσχατης ανάγκης. Στο πλαίσιο των προσπαθειών για τη βελτίωση της διαφάνειας, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να κοινοποιούν τυχόν νέους περιορισμούς το συντομότερο δυνατόν και να δημιουργούν ενιαία σημεία επαφής για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Η Επιτροπή θα είναι επίσης σε θέση να διευκολύνει τις δημόσιες συμβάσεις για αγαθά που είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση κρίσεων, κατόπιν αιτήματος των κρατών μελών να το πράξει εξ ονόματός τους. Επιπλέον, η Επιτροπή μπορεί να συστήσει στα κράτη μέλη να διασφαλίσουν τη διαθεσιμότητα αγαθών και υπηρεσιών που είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση κρίσεων, διευκολύνοντας την επέκταση ή την αναπροσαρμογή των γραμμών παραγωγής ή επιταχύνοντας τη χορήγηση αδειών για τα εν λόγω αγαθά. Τέλος, η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να συστήσει στα κράτη μέλη να διευκολύνουν τη στοχευμένη κατανομή των στρατηγικών αποθεμάτων.
Η λειτουργία έκτακτης ανάγκης προβλέπει επίσης πρόσθετα έκτακτα μέτρα, τα οποία μπορούν να ενεργοποιηθούν μόνο βάσει αυστηρότερων διαδικαστικών απαιτήσεων. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή πρέπει να τα ενεργοποιήσει μέσω περαιτέρω εκτελεστικής πράξης της, μετά την ενεργοποίηση της λειτουργίας έκτακτης ανάγκης (η λεγόμενη «διπλή ενεργοποίηση»). Τα μέτρα αυτά θα λαμβάνονται πάντα κατόπιν διαβούλευσης με τον σχετικό κλάδο και αφού υποβληθεί προαιρετικό αίτημα. Η διπλή ενεργοποίηση θα διασφάλιζε τους κατάλληλους ελέγχους και ισορροπίες, μεριμνώντας παράλληλα ότι τα μέτρα αυτά θα εφαρμόζονται μόνο ως έσχατη λύση.
Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν τη δυνατότητα της Επιτροπής να ζητά πληροφορίες από τους οικονομικούς φορείς με δεσμευτική απόφαση. Περιλαμβάνουν επίσης τη δυνατότητα της Επιτροπής να καλεί τις επιχειρήσεις να αποδέχονται παραγγελίες με προτεραιότητα για αγαθά που είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση κρίσεων και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να απαιτεί από τις επιχειρήσεις είτε να συμμορφώνονται με τα εν λόγω αιτήματα είτε να εξηγούν τους σοβαρούς λόγους για τους οποίους τα αρνούνται. Περιλαμβάνουν επίσης στοχευμένες παρεκκλίσεις από την εναρμονισμένη νομοθεσία για τα προϊόντα.
Η Επιτροπή, επικουρούμενη από τη συμβουλευτική ομάδα του SMEI, μπορεί να ενεργοποιήσει τη λειτουργία επαγρύπνησης για την ενιαία αγορά όταν διαπιστώνει ότι πληρούνται τα σχετικά κριτήρια. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να εκδώσει εκτελεστική πράξη της Επιτροπής, με την οποία θα ενεργοποιείται η λειτουργία επαγρύπνησης για μέγιστο διάστημα έξι μηνών, με δυνατότητα παράτασης ή απενεργοποίησης. Η εκτελεστική πράξη της Επιτροπής θα υπόκειται στη διαδικασία εξέτασης στο πλαίσιο της επιτροπολογίας[1].
Η Επιτροπή, επικουρούμενη από τη συμβουλευτική ομάδα, μπορεί επίσης να προτείνει στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ενεργοποιήσει τη λειτουργία έκτακτης ανάγκης για την ενιαία αγορά όταν διαπιστώνει ότι πληρούνται τα σχετικά κριτήρια. Για την ενεργοποίηση της λειτουργίας έκτακτης ανάγκης απαιτείται εκτελεστική πράξη του Συμβουλίου, η οποία εκδίδεται μέσω της διαδικασίας ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία, η οποία δικαιολογείται από τον έκτακτο χαρακτήρα της κρίσης και από τα εργαλεία για την αντιμετώπισή της. Στη συνέχεια, η λειτουργία έκτακτης ανάγκης θα πρέπει να ενεργοποιηθεί για περίοδο έξι μηνών, με δυνατότητα παράτασης ή απενεργοποίησης, ανάλογα με τις περιστάσεις.
Η δέσμη μέτρων για το SMEI περιλαμβάνει πρόταση κανονισμού και οδηγία που αποσκοπούν στην τροποποίηση των εναρμονισμένων κανόνων που θεσπίζονται από διάφορα υφιστάμενα τομεακά πλαίσια της ΕΕ. Επί του παρόντος, τα πλαίσια αυτά δεν προβλέπουν τη δυνατότητα παρέκκλισης από τους εναρμονισμένους κανόνες σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Οι νέες προτάσεις αποσκοπούν στην εισαγωγή αυτής της δυνατότητας με την τροποποίηση 14 οδηγιών και 5 κανονισμών. Αυτοί οι 19 τομείς προϊόντων περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, τον μηχανολογικό εξοπλισμό, τα λιπάσματα και τα κατασκευαστικά υλικά.
Οι τροποποιήσεις που αποσκοπεί να εισαγάγει η παρούσα πρόταση στα σχετικά πλαίσια καλύπτουν τις ακόλουθες πτυχές:
Κατά τη διάρκεια της κρίσης COVID-19 θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί διάφορες διατάξεις του SMEI.
Πρώτον, εάν το μέσο αυτό είχε τεθεί σε εφαρμογή, θα είχε παράσχει έναν συντονιστικό μηχανισμό με έμφαση στον αντίκτυπο της κρίσης στην ενιαία αγορά. Ο μηχανισμός αυτός θα είχε εξορθολογίσει τον συντονισμό μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των υπηρεσιών και των προσώπων. Για παράδειγμα, θα είχε δώσει τη δυνατότητα για ταχεία αντίδραση και απάντηση σε μέτρα όπως οι ενδοενωσιακοί περιορισμοί στις εξαγωγές μέσων ατομικής προστασίας, όπως οι μάσκες και τα γάντια, εμποδίζοντας τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα που θα επιδείνωναν περαιτέρω τις ελλείψεις των εν λόγω προϊόντων. Επιπλέον, τα μέσα ατομικής προστασίας θα μπορούσαν να είχαν διατεθεί στην αγορά ταχύτερα και σε μεγαλύτερη ποσότητα, χωρίς να υποβαθμίζονται οι απαιτήσεις ασφάλειας.
Χάρη στις διατάξεις για τη διαφάνεια, το SMEI θα είχε δώσει στην Επιτροπή και στους οικονομικούς φορείς ακριβή εικόνα των τυχόν περιορισμών στην ελεύθερη κυκλοφορία, επιτρέποντάς τους να εξοικονομήσουν πόρους για την αναζήτηση πληροφοριών και κόστος συμμόρφωσης. Οι οικονομικοί φορείς θα μπορούσαν να έχουν λάβει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τους περιορισμούς της ελεύθερης κυκλοφορίας και τη διοικητική συνδρομή για τη συμμόρφωση με τις διατυπώσεις.
Θα ήταν σαφέστερο για τα κράτη μέλη ποιους ταξιδιωτικούς περιορισμούς δεν θα έπρεπε να εφαρμόσουν κατά τη διάρκεια της πανδημίας (π.χ. ταξιδιωτικούς περιορισμούς για τους εργαζομένους στον τομέα της υγείας, τους παρόχους υπηρεσιών υγείας, τους εργαζομένους και τους εκπροσώπους των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στην παραγωγή εξοπλισμού ατομικής προστασίας, το προσωπικό των κοινοποιημένων οργανισμών που πρέπει να διενεργούν διασυνοριακούς ελέγχους συμμόρφωσης). Η Επιτροπή θα μπορούσε να είχε ζητήσει από τα κράτη μέλη να άρουν τους μη συμμορφούμενους ταξιδιωτικούς περιορισμούς στο πλαίσιο ταχείας διαδικασίας. Η Επιτροπή θα μπορούσε επίσης να είχε εκδώσει υποδείγματα βεβαίωσης που να πιστοποιεί ότι οι σχετικοί εργαζόμενοι, πάροχοι υπηρεσιών και εκπρόσωποι επιχειρήσεων συμμετέχουν στην παραγωγή αγαθών ή στην παροχή υπηρεσιών αναγκαίων για την αντιμετώπιση κρίσεων, διευκολύνοντας τη διασυνοριακή εργασία, παροχή υπηρεσιών και παραγωγή. Με τον τρόπο αυτό, οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης θα μπορούσαν να ταξιδεύουν στα κράτη μέλη που εξαρτώνται από μεθοριακούς ή διασυνοριακούς εργαζομένους και παρόχους υπηρεσιών, και η κρίση στον τομέα της δημόσιας υγείας θα μπορούσε να είχε αντιμετωπιστεί με καταλληλότερο τρόπο.
[1] Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) 182/2011.