Αθήνα, 03/02/2022
Σήμερα, η Επιτροπή δημοσιεύει μελέτη χαρτογράφησης και εκτίμησης του όγκου των δεδομένων που ρέουν στις κύριες υποδομές υπολογιστικού νέφους στα 27 κράτη μέλη, την Ισλανδία, τη Νορβηγία, την Ελβετία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η μελέτη παρέχει μια επισκόπηση του όγκου και των τύπων εισροών και εκροών δεδομένων υπολογιστικού νέφους ανά οικονομικό τομέα, τοποθεσία, μέγεθος επιχείρησης και είδος υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους. Οι φορείς χάραξης πολιτικής και λήψης αποφάσεων, καθώς και οι επικεφαλής επιχειρήσεων και οι δημόσιες διοικήσεις μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν ως σημείο αναφοράς στη λήψη αποφάσεων για μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες, βιομηχανικές αποφάσεις και επενδύσεις σε υπολογιστικά νέφη. Για τη μελέτη αναπτύχθηκε νέα μεθοδολογία ποσοτικού προσδιορισμού των ροών δεδομένων
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το 2020 οι μεγαλύτερες ροές δεδομένων προήλθαν από τον τομέα της υγείας, ενώ η Γερμανία κατέγραψε τον μεγαλύτερο όγκο εισροών δεδομένων. Επίσης, σύμφωνα με τη μελέτη, ως το 2030 η ροή δεδομένων από τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα είναι 15πλάσια από ό,τι το 2020.
Επιπλέον, φέτος ξεκίνησε μελέτη παρακολούθησης για την αξιολόγηση της οικονομικής αξίας (και του όγκου) των εισροών και εκροών δεδομένων εντός της ΕΕ, καθώς και με τρίτες χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα. Διερευνώντας τις τάσεις που παρουσιάζουν οι ροές δεδομένων ως βασική διάσταση της αγοράς δεδομένων, θα λειτουργήσει σε συνέργεια με τον επικείμενο νόμο για τα δεδομένα, με σκοπό την προαγωγή μιας πιο ζωντανής, δυναμικής και ρέουσας αγοράς υπολογιστικού νέφους.
Η μέτρηση των ροών δεδομένων σε όλη την Ευρώπη, και όχι μόνο, είναι μία από τις βασικές δράσεις που προβλέπει η ευρωπαϊκή στρατηγική για τα δεδομένα. Η μελέτη θα αξιοποιηθεί επίσης στο πλαίσιο της αξιολόγησης του κανονισμού της ΕΕ για την ελεύθερη ροή δεδομένων μη προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και για τον στόχο υιοθέτησης του υπολογιστικού νέφους στο πλαίσιο του προγράμματος πολιτικής για την ψηφιακή δεκαετία.
Εδώ μπορείτε να βρείτε τη μελέτη, καθώς και ένα διαδικτυακό εργαλείο απεικόνισης.
Πηγή: Αντιπροσωπία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα