Σήμερα, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού χάρτη πορείας για την άρση των μέτρων περιορισμού της εξάπλωσης του κορονοϊού, η Επιτροπή παρουσιάζει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις μεθοδολογίες διενέργειας διαγνωστικών τεστ για τον κορονοϊό. Οι κατευθυντήριες γραμμές έχουν στόχο να στηρίξουν τα κράτη μέλη για την αποτελεσματική χρήση των διαγνωστικών εργαλείων στο πλαίσιο των εθνικών τους στρατηγικών και κατά τη διάρκεια των διαφόρων σταδίων της πανδημίας, όπως και κατά τη σταδιακή κατάργηση των μέτρων εγκλεισμού. Επίσης, η Επιτροπή έχει στόχο να διασφαλίσει τη διαθεσιμότητα εργαλείων υψηλής ποιότητας για την αξιολόγηση των επιδόσεων των διαγνωστικών τεστ.
Η κ. Στέλλα Κυριακίδου, επίτροπος αρμόδια για την υγεία και για την ασφάλεια των τροφίμων, δήλωσε: «Η ικανότητα διενέργειας διαγνωστικών τεστ σε μεγάλη κλίμακα είναι καίριας σημασίας για την ανίχνευση και την επιβράδυνση της πανδημίας του κορονοϊού και βασική προϋπόθεση για τη σταδιακή επιστροφή στον κανονικό τρόπο ζωής μας. Η κύρια προτεραιότητα για όλους μας είναι η καταπολέμηση του ιού και η προστασία των πολιτών μας από την περαιτέρω έκθεση και τη λοίμωξη και, για τον σκοπό αυτό, πρέπει να γνωρίζουμε πού βρίσκεται ο ιός. Καθώς δεν υπάρχει εμβόλιο, η διενέργεια ασφαλών και αξιόπιστων διαγνωστικών τεστ αποτελεί την καλύτερη λύση που διαθέτουμε για την προστασία των εργαζομένων στον τομέα της υγείας, των πλέον ευάλωτων πολιτών μας και των κοινωνιών μας γενικότερα. Αυτός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του χάρτη πορείας για την άρση των μέτρων περιορισμού της εξάπλωσης του κορονοϊού.»
Η επίτροπος κ. Μαρία Γκαμπριέλ, αρμόδια για την καινοτομία, την έρευνα, τον πολιτισμό, την εκπαίδευση και τη νεολαία, καθώς και για το Κοινό Κέντρο Ερευνών (ΚΚΕρ), δήλωσε: «Εργαζόμαστε σκληρά για να αναλύσουμε τις πληροφορίες σχετικά με τη διασφάλιση της ποιότητας των διαγνωστικών τεστ και των ιατροτεχνολογικών προϊόντων για τον κορονοϊό που χρησιμοποιούνται αυτή τη στιγμή. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι υπάρχει αναντιστοιχία μεταξύ της υφιστάμενης ποιότητας και αυτού που θα αναμενόταν για τη διασφάλιση της καλής επίδοσης των διαγνωστικών τεστ. Ως εκ τούτου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αναπτύξει κριτήρια επιδόσεων για τα διαγνωστικά τεστ τα οποία αποσκοπούν στη βελτίωση της συνολικής επίδοσης τους. Αυτό θα είναι προς όφελος όλων των Ευρωπαίων πολιτών και βασικό στοιχείο της στρατηγικής εξόδου από την τρέχουσα κρίση.»
Η διαθεσιμότητα αξιόπιστων στοιχείων με την πάροδο του χρόνου είναι καίριας σημασίας για την άρση των μέτρων περιορισμού της εξάπλωσης. Για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να υπάρχει επαρκής παρακολούθηση της εξέλιξης της πανδημίας του κορονοϊού, μεταξύ άλλων μέσω της διενέργειας ευρείας κλίμακας διαγνωστικών τεστ.
Στις κατευθυντήριες γραμμές της, η Επιτροπή καλεί τους κατασκευαστές να παράγουν διαγνωστικά κιτ λαμβανομένου υπόψη του «επιπέδου της τεχνολογίας». Αν και η επιστήμη σημειώνει ταχύτατη πρόοδο ως προς τις διαγνωστικά τεστ, η υποχρέωση αυτή είναι σημαντική καθώς στις πληροφορίες που παρέχουν τα εν λόγω διαγνωστικά τεστ βασίζονται κρίσιμης σημασίας αποφάσεις για τη δημόσια υγεία.
Δεδομένης της σημασίας των διαγνωστικών τεστ στην τρέχουσα κατάσταση και της ταχείας εξέλιξης της πανδημίας, η Επιτροπή επιμένει επίσης στη συγκέντρωση πόρων για την επικύρωση των διαγνωστικών τεστ για τον κορονοϊό σε επίπεδο ΕΕ. Είναι σημαντικό να οργανωθεί η επικύρωση σε κεντρικό επίπεδο και να υπάρξει διάχυση των αποτελεσμάτων σε ενωσιακό και διεθνές επίπεδο.
Για να εξασφαλιστεί η υψηλότερη δυνατή ποιότητα και η ορθή χρήση των διαγνωστικών τεστ, καθώς και για να εναρμονιστεί ακόμη περισσότερο η αξιολόγηση και η επικύρωση των επιδόσεων των διαγνωστικών κιτ, η Επιτροπή προτείνει να δρομολογηθούν οι ακόλουθες δράσεις τις επόμενες εβδομάδες:
Ιστορικό
Σήμερα, η νομοθεσία της ΕΕ καθορίζει ορισμένες απαιτήσεις για τα διαγνωστικά τεστ. Οι παρασκευαστές των τεστ οφείλουν να καταρτίζουν τεχνικό φάκελο με τον οποίο αποδεικνύεται ότι τα τεστ είναι ασφαλή και λειτουργούν όπως προβλέπεται.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν δύο κατηγορίες διαγνωστικών τεστ:
Η αξιολόγηση του επιπέδου επιδόσεων ενός διαγνωστικού τεστ μπορεί να είναι πολύ δύσκολη, καθώς τα βιολογικά υλικά που είναι απαραίτητα για την αξιολόγηση αυτή δεν είναι πάντα διαθέσιμα. Επιπλέον, δεν υπάρχουν πάντοτε ενιαίοι τρόποι για τη σύγκριση των διαγνωστικών τεστ.
Για περισσότερες πληροφορίες εδώ.