Από τις 20 Δεκεμβρίου, η νέα ενωσιακή νομοθεσία για την εμπορική άμυνα, αναπόσπαστο μέρος του προγράμματος του Προέδρου Juncker για μια Ευρώπη που προστατεύει, ετέθη σε ισχύ. Θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ αντιμετωπίζει τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και επιδοτήσεων από χώρες που παρουσιάζουν σημαντικές στρεβλώσεις στην αγορά λόγω κρατικής παρέμβασης.
Επιπλέον, η Επιτροπή δημοσίευσε την πρώτη της έκθεση χώρας σχετικά με προκαλούμενες από το κράτος στρεβλώσεις αυτού του είδους.
Σε συνέχεια της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ, η τροποποιημένη νομοθεσία τίθεται σε ισχύ περίπου ένα έτος μετά την υποβολή της σχετικής πρότασης της Επιτροπής. Θεσπίζει νέο τρόπο υπολογισμού του εάν εισαγωγές προϊόντων στην Ένωση από χώρες στις οποίες η οικονομία παρουσιάζει στρεβλώσεις λόγω κρατικής παρέμβασης αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.
Σκοπός της νέας νομοθεσίας είναι να διασφαλιστεί ότι η Ευρώπη διαθέτει μέσα εμπορικής άμυνας τα οποία, αφενός μεν, είναι ικανά να αντιμετωπίσουν τη σύγχρονη πραγματικότητα —ιδίως τις προκαλούμενες από το κράτος στρεβλώσεις, που εξαιρετικά συχνά οδηγούν σε πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα— στο διεθνές εμπορικό περιβάλλον, αφετέρου δε, συνάδουν απόλυτα προς τις διεθνείς υποχρεώσεις της ΕΕ στο νομικό πλαίσιο του Διεθνούς Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).
Ο Πρόεδρος κ. Jean–Claude Juncker δήλωσε: «Η ΕΕ είναι και θα παραμείνει μια από τις πλέον ανοικτές αγορές παγκοσμίως. Είμαστε και θα παραμείνουμε στην πρώτη γραμμή της προάσπισης του ανοικτού, δίκαιου και βασιζόμενου σε κανόνες εμπορίου. Αυτό, ωστόσο, δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως αφέλεια. Η ακλόνητη και τεκμηριωμένη πεποίθησή μας ότι το εμπόριο φέρνει ευημερία δεν θα μας εμποδίσει να υπερασπιστούμε τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις μας με κάθε νόμιμο μέσο, όταν οι άλλοι δεν τηρούν τους κανόνες. Με τη νέα αυτή νομοθεσία και μια νέα δέσμη σύγχρονων εργαλείων που θα βρίσκονται σύντομα στη διάθεσή μας, η Ευρώπη θα μπορεί να παρακολουθεί και να αντιμετωπίζει αποτελεσματικότερα τη διαρκώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα του διεθνούς εμπορικού περιβάλλοντος.»
Η Επίτροπος κ. Cecilia Malmström, αρμόδια για θέματα εμπορίου, δήλωσε: «Σήμερα χαιρετίζουμε τη θέση σε ισχύ της νέας ενωσιακής νομοθεσίας κατά του ντάμπινγκ και των επιδοτήσεων. Πρόκειται για σημαντική στιγμή στην πολιτική μας για την εμπορική άμυνα. Σηματοδοτεί τη δέσμευση της ΕΕ για ισχυρά και αποτελεσματικά μέσα εμπορικής άμυνας. Η ΕΕ είναι ανοικτή για τις επιχειρήσεις. Ωστόσο, πρέπει επίσης να προστατεύουμε τη βιομηχανία μας από τον αθέμιτο ανταγωνισμό εισαγόμενων προϊόντων, ιδίως από χώρες των οποίων οι οικονομίες παρουσιάζουν σημαντικές στρεβλώσεις λόγω κρατικής παρέμβασης. Η δημοσίευση εκθέσεων ανά χώρα θα μας βοηθήσει να θέσουμε τη νέα μεθοδολογία σε εφαρμογή. Επιπλέον, θα παρέχει στην ενωσιακή βιομηχανία μια βάση επί της οποίας θα μπορεί να στηριχθεί για να τεκμηριώσει τις θέσεις της σχετικά με χώρες στις οποίες υφίστανται στρεβλώσεις.»
Ο συνήθης τρόπος υπολογισμού του ντάμπινγκ συνίσταται στη σύγκριση των τιμών εξαγωγής με τις εγχώριες τιμές ή τα κόστη στη χώρα εξαγωγής. Εάν, όμως, λόγω κρατικής παρέμβασης στην οικονομία, οι εγχώριες τιμές ή τα κόστη εμφανίζονται στρεβλωμένα, η Επιτροπή δεν θα λαμβάνει υπόψη τα εν λόγω στοιχεία κατά τον υπολογισμό της εγχώριας αξίας. Αντιθέτως, θα χρησιμοποιεί άλλα στοιχεία αναφοράς, τα οποία θα αντικατοπτρίζουν τα χωρίς στρεβλώσεις κόστη παραγωγής και πώλησης.
Η νέα μεθοδολογία μπορεί να εφαρμοστεί ως προς οποιοδήποτε μέλος του ΠΟΕ. Προκειμένου να εφαρμοστεί η νέα μεθοδολογία, θα απαιτείται να καταδειχθεί προηγουμένως ότι στην οικονομία της χώρας εξαγωγής υφίστανται σημαντικές στρεβλώσεις λόγω κρατικής παρέμβασης. Προς τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή θα εξετάζει στο πλαίσιο σχετικής έρευνας όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που θα έχουν παρουσιαστεί, μεταξύ άλλων και από την ενωσιακή βιομηχανία. Επιπλέον, η Επιτροπή μπορεί να εκπονεί εκθέσεις που θα περιγράφουν, στο πλαίσιο αυτό, τις οικονομικές συνθήκες σε συγκεκριμένα κράτη ή τομείς.
Ταυτόχρονα με τη δημοσίευση των τροποποιήσεων στην ενωσιακή νομοθεσία αντιντάμπινγκ, η Επιτροπή εξέδωσε στις 20/12 την πρώτη έκθεση χώρας κατ’ εφαρμογή των όσων προβλέπει η νέα νομοθεσία. Η Επιτροπή επέλεξε την Κίνα για την εν λόγω πρώτη έκθεσή της, διότι η μεγάλη πλειονότητα των ενωσιακών δραστηριοτήτων αντιντάμπινγκ αφορά εισαγωγές από τη χώρα αυτή.
Η έκθεση που δημοσιεύθηκε περιγράφει αντικειμενικά ορισμένες πτυχές της κινεζικής οικονομίας, εστιάζοντας στην κινεζική μακροοικονομία, στους βασικούς συντελεστές παραγωγής που χρησιμοποιούνται σε όλες τις διαδικασίες παραγωγής (π.χ. εργασία, ενέργεια) και σε ορισμένους τομείς της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων των τομέων του χάλυβα και των κεραμευτικών ειδών.
Οι επόμενες εκθέσεις θα εκπονηθούν με βάση τα ίδια κριτήρια: τη σχετική βαρύτητά τους στο πλαίσιο της ενωσιακής δραστηριότητας αντιντάμπινγκ, καθώς και τις υφιστάμενες ενδείξεις περί της ύπαρξης στρεβλώσεων που οφείλονται σε κρατική παρέμβαση στην οικονομία. Η επόμενη έκθεση χώρας θα αφορά τη Ρωσία.
Η ενωσιακή βιομηχανία θα μπορεί να στηρίζεται στις εκθέσεις ανά χώρα και να τις επικαλείται ως αποδεικτικό στοιχείο για να ζητήσει την εφαρμογή της νέας μεθοδολογίας σε έρευνες αντιντάμπινγκ. Στο πλαίσιο κάθε έρευνας, η Επιτροπή θα εξετάζει, στη βάση όλων των συγκεντρωθέντων αποδεικτικών στοιχείων, εάν θα πρέπει να εφαρμοστεί η νέα μεθοδολογία. Όλα τα μέρη τα οποία θα αφορά η εκάστοτε έρευνα, συμπεριλαμβανομένης της κυβέρνησης της οικείας χώρας και των παραγωγών-εξαγωγέων, θα έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις και να αντικρούσουν οποιαδήποτε πορίσματα στα οποία καταλήγει η έκθεση στο πλαίσιο των σχετικών ερευνών.
Βάσει της νέας μεθοδολογίας, ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα. Κατά την επιλογή της κατάλληλης αντιπροσωπευτικής τρίτης χώρας προς τον σκοπό της αντικατάστασης του κόστους, πέραν του κατά κεφαλήν ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος ή άλλων σχετικών οικονομικών δεικτών, η Επιτροπή θα λαμβάνει επίσης υπόψη το επίπεδο κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας στην αντιπροσωπευτική χώρα προέλευσης.
Η νέα μεθοδολογία θα ενισχύσει επίσης την ενωσιακή νομοθεσία κατά των επιδοτήσεων ούτως ώστε στο μέλλον οι τυχόν νέες επιδοτήσεις που διαπιστώνονται κατά τη διάρκεια έρευνας να μπορούν να διερευνηθούν και να συμπεριληφθούν στους οριστικούς δασμούς που επιβάλλονται.
Περισσότερα εδώ.